Πώς θα φαινόταν άραγε σήμερα στο φεστιβαλικό κοινό του Ηρωδείου αν είχε πάνω από το κεφάλι του μια τεράστια στέγη; Δεν μπορεί να πει κανείς ότι η παρουσία της θα ήταν ευχάριστη, δεδομένων των κλιματικών συνθηκών του αττικού θέρους, στην αρχαιότητα όμως, όχι απλώς υπήρχε στέγη αλλά είχε αποτελέσει και θαύμα της αρχιτεκτονικής. Φυσικά ήταν ξύλινη και για την κατασκευή της πρέπει να χρησιμοποιήθηκαν περί τις 3.000 δέντρα, μεγάλα ως επί το πλείστον, όπως κέδροι, κυπαρίσσια και λάρικες, ενώ κατεργασμένη η ξυλεία θα πρέπει να ζύγιζε περί τους 750 - 800 τόνους. Και το σημαντικότερο: Δεν είχε καθόλου ενδιάμεσα στηρίγματα! Ο καθηγητής Ιστορίας της Αρχιτεκτονικής στο ΕΜΠ κ. Μανόλης Κορρές , ο οποίος έχει μελετήσει διεξοδικά το ζήτημα της στέγης του Ηρωδείου είναι σε θέση να μιλήσει με ακρίβεια (όση επιτρέπει ασφαλώς η απόσταση των 2000 περίπου χρόνων) για το κατασκευαστικό θαύμα, που θεωρείτο στην εποχή του αυτό το οικοδόμημα. Γιατί το Ηρώδειο, δώρο ας μη ξεχνούμε, του Ηρώδη Αττικού στην Αθήνα είχε κερδίσει από την αρχαιότητα τον θαυμασμό των ανθρώπων. Ο Παυσανίας στα κείμενά του το χαρακτηρίζει ως το αξιολογότερο οικοδόμημα του είδους του ενώ ο Φιλόστρατος αναφέρει: «ανέθηκε δε ο Ηρώδης και το επί Ριγίλλη θέατρον, κέδρου ξυνθείς το όροφον η δε ύλη και εν αγαλματοποιίαις σπουδαία». «Η στέγη του Ηρωδείου, σύμφωνα με τις πληροφορίες μας, αποτέλεσε παγκόσμιο ρεκόρ μέγιστου ανοίγματος έως και τον 19ο αιώνα! Δύναται μετά πάσης βεβαιότητος να λεχθεί, ότι το Ηρώδειο υπήρξε το υψηλότερο κτίριο της χώρας ως την εποχή της κατασκευής του ξενοδοχείου Χίλτον ενώ την δεύτερη θέση ως τα μέσα του 20ού αιώνα κατείχαν δύο επίσης ρωμαϊκά κτίρια: το λεγόμενον Οκτάγωνον κι η λεγόμενη Ροτόντα της Θεσσαλονίκης», όπως αναφέρει ο κ. Κορρές στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού «Ανθέμιον» της Ενωσης Φίλων Ακροπόλεως, που είναι αφιερωμένο ολόκληρο στον Ηρώδη Αττικό και την εποχή του. Πώς όμως έγινε δυνατό αυτό το θαύμα; «Η λύση βρίσκεται μάλλον στον τρόπο κατασκευής των ρωμαϊκών γεφυρών και όχι μόνον των ρωμαϊκών στεγών», αναφέρει ο μελετητής, προσθέτοντας ότι σαν παράδειγμα προσφέρεται η γέφυρα του Τραϊανού (105 μ.Χ.) έργο του διάσημου Απολόδωρου από την Δαμασκό. Τα διάφορα μέρη της στέγης θα πρέπει να ετοιμάζονταν στο έδαφος μπροστά από το κτίριο και την Στοά του Ευμένους, όπου θα πρέπει να συναρμολογούνταν δοκιμαστικά και να διορθώνονταν, σύμφωνα πάντα με την μελέτη του κ. Κορρέ. Στη συνέχεια χαράσσονταν στην επιφάνειά τους τα τεκτονικά σύμβολα ως οδηγοί της τελικής συναρμολόγησης και ακολούθως τα διάφορα μέρη ανεβάζονταν με την βοήθεια γερανών επάνω σε τεράστιο ικρίωμα ύψους 29 μέτρων. Εκεί ειδικοί τεχνίτες εκτελούσαν την συναρμολόγηση με τη βοήθεια άλλων μηχανών, που ήταν επίσης εγκατεστημένες σε αυτό το ύψος! Η κατασκευή της γιγάντιας στέγης πρέπει να διήρκεσε τουλάχιστον τρία χρόνια, χωρίς να υπολογίζεται ο χρόνος για την αναζήτηση της ξυλείας και την ξήρανσή της. Το κτίριο οικοδομήθηκε σε οκτώ το πολύ εννέα χρόνια. Στην νεότερη εποχή μία επιπλέον απόδειξη της ύπαρξης της στέγης υπήρξε το παχύ στρώμα στάχτης που βρέθηκε από τον Πιττάκη το 1858 κατά τις ανασκαφές για την αποκάλυψη του μνημείου. Θραύσματα από κεράμους, καρβουνιασμένα ξύλα _συχνά ογκώδη_ σιδηρόκαρφα εντυπωσιακού μεγέθους και σιδηρελάσματα ήταν αναμεμειγμένα με την στάχτη. Αποτέλεσμα προφανώς, όπως σημειώνει και ο κ. Κορρές της καταστροφικής μανίας των Ερούλων το 267 μ.Χ. από την οποία δεν γλίτωσε και το Ηρώδειο
Εχετε αναρωτηθεί ποτέ από που προήλθαν τα ονόματα Ελλάς- Ελληνας-Γραικός-Ρωμιός… Η Ιστορία μας, η προέλευσή μας και το DNA μας μάς έφεραν από μακριά…όπως και το όνομα μας! Τη δεκαετία του ’90 μια έγκυρη πολυκεντρική επιστημονική έρευνα έδειξε ότι σε συντριπτικό ποσοστό οι σημερινοί Ελληνες έχουν το ίδιο DNA με τους αυτόχθονες κατοίκους της Ελλάδας της προϊστορικής εποχής και των Αρχαίων Ελλήνων. Ονομασίες των Ελλήνων Έλληνες – Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ο Έλλην, ο οποίος ήταν γιος του Δευκαλίωνα και της Πύρρας, απέκτησε τρεις γιους, τον Αίολο, τον Δώρο και τον Ξάνθο Ο Αίολος και ο Δώρος μαζί με τους γιους του Ξάνθου, τον Αχαιό και τον Ίωνα, αποτέλεσαν τους γενάρχες των τεσσάρων κυριότερων ελληνικών φυλών που ήταν οι Αχαιοί, οι Δωριείς, οι Αιολείς και οι Ίωνες. Το όνομα Έλληνες στα ομηρικά χρόνια δεν αντιστοιχούσε παρά μόνο σ’ ένα ελληνικό φύλο, που κατοικούσε στην περιοχή γύρω από τον Σπερχειό ποταμό στη σημερινή Φθιώτιδα, το οποίο είχε ως ηγέτη του τον μυθικό Αχιλλέα. Η ετυμολογία της λέξεως Έλλην προκαλεί μέχρι σήμερα συζητήσεις. Η επικρατέστερη άποψη είναι ότι προέρχεται από τους Σελλούς (< θ. σελ- = φωτίζω), το ελληνικό φύλο της Ηπείρου που ήταν οι ιερείς της Δωδώνης και μέρος των οποίων μετανάστευσε στη Φθία. Άλλες απόψεις σχετίζουν το όνομα Έλλην με το θέμα ελλ- που σημαίνει ορεινός ή με τη λέξη ἔλλοψ που σημαίνει άφωνος, άφθογγος. Ήδη τον 7ο π.Χ. αιώνα είχε επικρατήσει η ονομασία Πανέλληνες και από εκεί αποσπάστηκε και γενικεύτηκε η ονομασία Έλληνες, εξ ου και ο τονισμός, Έλλην αντί Ελλήν. Αργότερα, με την εξάπλωση του Χριστιανισμού, ο όρος Έλλην σήμαινε τον ειδωλολάτρη ή τον μη χριστιανό, ενώ οι κάτοικοι της Ελλάδας λέγονταν Ελλαδίτες . Όταν ο Χριστιανισμός έπαψε να απειλείται από τις παγανιστικές θρησκείες, ο όρος Έλλην άρχισε να χρησιμοποιείται δειλά δηλώνοντας την καταγωγή ενώ μετά την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του Ελληνικού Κράτους, η ονομασία επανήλθε ως επίσημη. Το επίσημο όνομα της Ελλάδας στηνΕυρωπαϊκή Ένωση είναι Hellas. Στο Λεξικό του Μπαμπινιώτη, αναφέρεται και ο τύπος Έλλοπες, ο οποίος προσδιόριζε κατοίκους της Δωδώνης και της βόρειας Εύβοιας. Ο Αριστοτέλης ορίζει τη Δωδώνη ως αρχική πατρίδα των Ελλήνων. Από μορφολογικής απόψεως θεωρείται ότι οι λέξεις Έλλην και Ελλάς αποτελούν παράγωγα του ουσ. Ελλοί – Έλλοι – Σελλοί, καθώς οι τύποι αυτοί απαντώνται στον ‘Ομηρο και τον Πίνδαρο. Ο Χριστιανός Ησύχιος ερμηνεύει ως εξής: Έλλοί· Έλληνες οι εν Δωδώνη και οι ιερείς». Όλοι αυτοί οι γλωσσικοί τύποι είναι αγνώστου ετύμου και σημασίας κατά τον κ. Μπαμπινιώτη. Όπως αναφέρθηκε ήδη, στον Όμηρο η λέξη περιορίζεται τοπικά στους Θεσσαλούς της Φθίας, ενώ η χρήση της αργότερα στο αρχ. επίθ. Ελλανοδίκαι αύξησε το κύρος της λόγω της σημασίας των Ολυμπιακών Αγώνων. Ο Θουκυδίδης εξηγεί τη γεωγραφική επέκταση του όρου Έλληνες από τον μυθολογικό ήρωα Έλληνα, που ταξίδευε και δρούσε συχνά σε άλλες πόλεις. Ο αρχαίος ιστορικός Ηρόδοτος πιστεύει ότι ο όρος “Ελληνες χρησιμοποιήθηκε για να τονίσει την κοινή προέλευση των διαφόρων φυλών του ελληνικού χώρου. Γραικοί – Το όνομα Γραικός είναι αρχαιότερο του ονόματος Έλληνας. Σε μια επιγραφή του 4ου π.Χ. αιώνα αναφέρεται ότι Έλληνες ονομάσθηκαν αυτοί που αποκαλούνταν πρινΓραικοί, ενώ ο Αριστοτέλης στα “Μετεωρολογικά” του σημειώνει ότι “στην περιοχή της Δωδώνης στην Ήπειρο κατοικούσαν οι Σελλοί που αποκαλούνταν τότε Γραικοί και τώρα Έλληνες”. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι τα φύλα της Ιταλίας εξαιτίας της επαφής που είχαν με την Ήπειρο, γνώρισαν τους Γραικούς και αποκαλούσαν έτσι όλους τους Έλληνες ενώ κάποιοι άλλοι ότι το φύλο των Γραικών ίσως να μετανάστευσε στην Βοιωτία, από όπου μετακινήθηκε και ίδρυσε αποικία στη Νότια Ιταλία τον 8ο αιώνα π.Χ. (η άλλη εκδοχή είναι ότι οι κάτοικοι της πόλης Γραία της Βοιωτίας ίδρυσαν την αποικία Κύμη στην Ιταλία και από το όνομα της πόλης ονομάστηκαν Γραικοί). Εκεί οι γηγενείς της Ιταλίας γενίκευσαν την ονομασία Γραικοί (Λατινική: Graeci) για όλους τους Έλληνες και αυτή μετά εξαπλώθηκε σε όλες τις γλώσσες τις Δυτικής Ευρώπης, στις οποίες τα ονόματα Έλληνες καιΕλλάδα είναι αντίστοιχα: στην Αγγλική – Greeks και Greece, στην Γαλλική – Grecs και Grèce, στην Γερμανική – Griechen και Griechenland, στην Ιταλική – Greci και Grecia, στηνΙσπανική Griegos και Grecia. Με την πάροδο του χρόνου η λέξη Γραικός άρχισε να σημαίνει τον επιπόλαιο και τον τυχοδιώκτη, ενώ στον Μεσαίωνα πήρε την σημασία του ελληνορθοδόξου. Ένθερμος υποστηρικτής του ονόματος αυτού ήταν ο Αδαμάντιος Κοραής επειδή όπως τόνιζε ο “έτσι μας ονόμαζαν τα φωτισμένα έθνη της Ευρώπης”. Ρωμιοί – Ενώ η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εκχριστιανιζόταν, οι Έλληνες αυτοαποκαλούνταν, αφού η ονομασία Έλλην σήμαινε πλέον τον ειδωλολάτρη, Ρωμαίοι ή Ρωμιοί ένα όνομα το οποίο είχε πολιτικές προεκτάσεις αφού δήλωνε όλους τους ελεύθερους πολίτες της Αυτοκρατορίας και όχι την καταγωγή τους. Σημειωτέον ότι οι ίδιοι ονόμαζαν το κράτος τους Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και όχι Βυζαντινή, ενώ η Κωνσταντινούπολη αρχικά ονομάστηκε Νέα Ρώμη. Κατά τη δύση της Αυτοκρατορίας και την αποκοπή περιοχών που κατοικούνταν από αλλοεθνείς, ταυτίζεται με το ό,τι σήμερα ονομάζουμε Έλληνα, αποκτά δηλαδή ένα εθνικό χαρακτήρα. Η ονομασία Ρωμιός χάνει επί τουρκοκρατίας την αίγλη του “αυτοκρατορικού” Ρωμαίος και με τις σκληρές συνθήκες της υπό ζυγόν διαβίωσης αποκτά την χροιά του καταφερτζή, του καπάτσου, του ξύπνιου. “Από τις αρχές του20ού αιώνα το “Ρωμιός” χρησιμοποιήθηκε ως αντίθεση προς τον μιμητισμό της Ευρώπης, τη λαϊκή χριστιανική βυζαντινή ανατολική (αλλά όχι ανατολίτικη) φυσιογνωμία του Νεοέλληνα”[11]. Οι Λατίνοι συνέχισαν να χαρακτηρίζουν τους Έλληνες με το όνομα Γραικός. Η ονομασία Ρωμιός συνηθίζεται να χρησιμοποιείται ακόμα στην Ελλάδα και ειδικά στην Τουρκία (Rum – Ρουμ). Γιουνάν (Ίωνες) (Yunan) – Γιουνάν (Yunan), που σημαίνει Ίωνες, ονομάζουν οι λαοί της Ανατολής τους Έλληνες. Προέρχεται από την περσική λέξη Yauna, από το όνομαΙωνία, αφού οι Πέρσες ήρθαν σε επαφή με τους Έλληνες της Μικράς Ασίας και συγκεκριμένα με τους Ίωνες τον 6ο αιώνα π.Χ., τους οποίους και κατέκτησαν και έτσι ονόμαζαν όλους τους Έλληνες ανεξαιρέτως. Έτσι, η χρήση της ονομασίας αυτής επεκτάθηκε σε όλους τους λαούς που βρίσκονταν υπό περσική κατοχή και γενικά σε ολόκληρη τηνΑνατολή. Γιαβάν (Yavan ή Javan) – Με αυτή την ονομασία είναι γνωστοί οι Έλληνες στους λαούς της ανατολικής Μεσογείου από την βιβλική εποχή, που αναφέρονται ως ο λαός που εγκαταστάθηκε στα Βαλκάνια.Η ονομασία Γιαβάν είναι συγγενική του Γιουνάν. Αχαιοί. Δαναοί, Αργείοι – Με τις ονομασίες αυτές αναφέρονται οι Έλληνες από τον Όμηρο. Οι Αχαιοί ήταν το πρώτο ελληνικό φύλο που μετακινήθηκε και κυριάρχησε στην Ελλάδα. Το όνομα Αργείοι προέρχεται από το Άργος που ήταν η αρχική πρωτεύουσα των Αχαιών ενώ η ονομασία Δαναοί προέρχεται από το ομώνυμο φύλο που εξουσίαζε αρχικά την περιοχή κοντά στο Άργος.
Τρίτη 9 Μαΐου 2017
Τι σημαίνει η ελληνική γλώσσα;; Λίγοι από μας το γνωρίζουν ...
Α,Β,Γ,Δ,Ε,Ζ,Η,Θ,Ι,Κ,Λ,Μ,Ν,Ξ,Ο,Π,Ρ,Σ,Τ,Υ,Φ,Χ,Ψ,Ω α,β,γ,δ,ε,ζ,η,θ,ι,κ,λ,μ,ν,ξ,ο,π,ρ,σ,τ,υ,φ,χ,ψ,ω Η Αγγλική γλώσσα έχει 490.000 λέξεις από τις οποίες 41.615 λέξεις. είναι από την Ελληνική γλώσσα.. (βιβλίο Γκίνες) Η Ελληνική με την μαθηματική δομή της είναι η γλώσσα της πληροφορικής και της νέας γενιάς των εξελιγμένων υπολογιστών, διότι μόνο σ' αυτήν δεν υπάρχουν όρια. (Μπιλ Γκέιτς, Microsoft) Η Ελληνική και η Κινέζικη. είναι οι μόνες γλώσσες με συνεχή ζώσα παρουσία από τους ίδιους λαούς και.....στον ίδιο χώρο εδώ και 4.000 έτη. Όλες οι γλώσσες θεωρούνται κρυφοελληνικές, με πλούσια δάνεια από τη μητέρα των γλωσσών, την Ελληνική. (Francisco Adrados, γλωσσολόγος). Η Ελληνική γλώσσα έχει λέξεις για έννοιες οι οποίες παραμένουν χωρίς απόδοση στις υπόλοιπες γλώσσες, όπως άμιλλα, θαλπωρή και φιλότιμο Μόνον η Ελληνική γλώσσα ξεχωρίζει τη ζωή από το βίο, την αγάπη από τον έρωτα. Μόνον αυτή διαχωρίζει, διατηρώντας το ίδιο ριζικό θέμα, το ατύχημα από το δυστύχημα, το συμφέρον από το ενδιαφέρον. Το εκπληκτικό είναι ότι η ίδια η Ελληνική γλώσσα μας διδάσκει συνεχώς πώς να γράφουμε σωστά. Μέσω της ετυμολογίας, μπορούμε να καταλάβουμε ποιός είναι ο σωστός τρόπος γραφής ακόμα και λέξεων που ποτέ δεν έχουμε δει ή γράψει. Το «πειρούνι» για παράδειγμα, για κάποιον που έχει βασικές γνώσεις Αρχαίων Ελληνικών, είναι προφανές ότι γράφεται με «ει» και όχι με «ι» όπως πολύ άστοχα το γράφουμε σήμερα. Ο λόγος είναι πολύ απλός, το «πειρούνι» προέρχεται από το ρήμα «πείρω» που σημαίνει τρυπώ-διαπερνώ, ακριβώς επειδή τρυπάμε με αυτό το φαγητό για να το πιάσουμε. Επίσης η λέξη «συγκεκριμένος» φυσικά και δεν μπορεί να γραφτεί «συγκεκρυμμένος», καθώς προέρχεται από το «κριμένος» (αυτός που έχει δηλαδή κριθεί) και όχι βέβαια από το «κρυμμένος» (αυτός που έχει κρυφτεί). Άρα το να υπάρχουν πολλά γράμματα για τον ίδιο ήχο (π.χ. η, ι, υ, ει, οι κτλ) όχι μόνο δεν θα έπρεπε να μας δυσκολεύει, αλλά αντιθέτως να μας βοηθάει στο να γράφουμε πιο σωστά, εφόσον βέβαια έχουμε μια βασική κατανόηση της γλώσσας μας. Επιπλέον η ορθογραφία με την σειρά της μας βοηθάει αντίστροφα στην ετυμολογία αλλά και στην ανίχνευση της ιστορική πορείας της κάθε μίας λέξης. Και αυτό που μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε την καθημερινή μας νεοελληνική γλώσσα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, είναι η γνώση των Αρχαίων Ελληνικών. Είναι πραγματικά συγκλονιστικό συναίσθημα να μιλάς και ταυτόχρονα να συνειδητοποιείς τι ακριβώς λές, ενώ μιλάς και εκστομίζεις την κάθε λέξη ταυτόχρονα να σκέφτεσαι την σημασία της. Είναι πραγματικά μεγάλο κρίμα να διδάσκονται τα Αρχαία με τέτοιο φρικτό τρόπο στο σχολείο ώστε να σε κάνουν να αντιπαθείς κάτι το τόσο όμορφο και συναρπαστικό. Η ΣΟΦΙΑ Στη γλώσσα έχουμε το σημαίνον (την λέξη) και το σημαινόμενο (την έννοια). Στην Ελληνική γλώσσα αυτά τα δύο έχουν πρωτογενή σχέση, καθώς αντίθετα με τις άλλες γλώσσες το σημαίνον δεν είναι μια τυχαία σειρά από γράμματα. Σε μια συνηθισμένη γλώσσα όπως τα Αγγλικά μπορούμε να συμφωνήσουμε όλοι να λέμε το σύννεφο car και το αυτοκίνητο cloud, και από την στιγμή που το συμφωνήσουμε να ισχύει. Στα Ελληνικά κάτι τέτοιο είναι αδύνατον. Γι' αυτό το λόγο πολλοί διαχωρίζουν τα Ελληνικά σαν «εννοιολογική» γλώσσα από τις υπόλοιπες «σημειολογικές» γλώσσες. Μάλιστα ο μεγάλος φιλόσοφος και μαθηματικός Βένερ Χάιζενμπεργκ είχε παρατηρήσει αυτή την σημαντική ιδιότητα για την οποία είχε πει «Η θητεία μου στην αρχαία Ελληνική γλώσσα υπήρξε η σπουδαιότερη πνευματική μου άσκηση. Στην γλώσσα αυτή υπάρχει η πληρέστερη αντιστοιχία ανάμεσα στην λέξη και στο εννοιολογικό της περιεχόμενο». Όπως μας έλεγε και ο Αντισθένης, «Αρχή σοφίας, η των ονομάτων επίσκεψις». Για παράδειγμα ο «άρχων» είναι αυτός που έχει δική του γη (άρα=γή + έχων). Και πραγματικά, ακόμα και στις μέρες μας είναι πολύ σημαντικό να έχει κανείς δική του γη / δικό του σπίτι. Ο «βοηθός» σημαίνει αυτός που στο κάλεσμα τρέχει. Βοή=φωνή + θέω=τρέχω. Ο Αστήρ είναι το αστέρι, αλλά η ίδια η λέξη μας λέει ότι κινείται, δεν μένει ακίνητο στον ουρανό (α + στήρ από το ίστημι που σημαίνει στέκομαι). Αυτό που είναι πραγματικά ενδιαφέρον, είναι ότι πολλές φορές η λέξη περιγράφει ιδιότητες της έννοιας την οποίαν εκφράζει, αλλά με τέτοιο τρόπο που εντυπωσιάζει και δίνει τροφή για τη σκέψη. Για παράδειγμα ο «φθόνος» ετυμολογείται από το ρήμα «φθίνω» που σημαίνει μειώνομαι. Και πραγματικά ο φθόνος σαν συναίσθημα, σιγά-σιγά μας φθίνει και μας καταστρέφει. Μας «φθίνει» - ελαττώνει ως ανθρώπους - και μας φθίνει μέχρι και την υγεία μας. Και, βέβαια, όταν αναφερόμαστε σε κάτι που είναι τόσο πολύ ώστε να μην τελειώνει, πως το λέμε; Μα, φυσικά, «άφθονο». Έχουμε τη λέξη «ωραίος» που προέρχεται από την «ώρα». Διότι για να είναι κάτι ωραίο, πρέπει να έλθει και στην ώρα του. Ωραίο δεν είναι το φρούτο όταν είναι άγουρο ή σαπισμένο και ωραία γυναίκα δεν είναι κάποια ούτε στα 70 της άλλα ούτε φυσικά και στα 10 της. Ούτε το καλύτερο φαγητό είναι ωραίο όταν είμαστε χορτάτοι, επειδή, σε αυτή την περίπτωση, δεν μπορούμε να το απολαύσουμε. Ακόμα έχουμε την λέξη «ελευθερία» για την οποία το «Ετυμολογικόν Μέγα» διατείνεται «παρά το ελεύθειν όπου ερά» = το να πηγαίνει κανείς όπου αγαπά .. Άρα βάσει της ίδιας της λέξης, ελεύθερος είσαι όταν έχεις τη δυνατότητα να πάς όπου αγαπάς. Πόσο ενδιαφέρουσα ερμηνεία!!! Το άγαλμα ετυμολογείται από το αγάλλομαι (ευχαριστιέμαι) επειδή όταν βλέπουμε (σε αρχική φάση οι Θεοί) ένα όμορφο αρχαιοελληνικό άγαλμα η ψυχή μας ευχαριστείται, αγάλλεται. Και από το θέαμα αυτό επέρχεται η αγαλλίαση. Αν κάνουμε όμως την ανάλυση της λέξης αυτής θα δούμε ότι είναι σύνθετη από αγάλλομαι + ίαση(=γιατρειά). Άρα, για να συνοψίσουμε, όταν βλέπουμε ένα όμορφο άγαλμα (ή οτιδήποτε όμορφο), η ψυχή μας αγάλλεται και γιατρευόμαστε. Και πραγματικά, γνωρίζουμε όλοι ότι η ψυχική μας κατάσταση συνδέεται άμεσα με τη σωματική μας υγεία. Παρένθεση: και μια και το έφερε η «κουβέντα», η Ελληνική γλώσσα μας λέει και τι είναι άσχημο. Από το στερητικό «α» και την λέξη σχήμα μπορούμε εύκολα να καταλάβουμε τι. Για σκεφτείτε το λίγο. Σε αυτό το σημείο, δεν μπορούμε παρά να σταθούμε στην αντίστοιχη Λατινική λέξη για το άγαλμα (που μόνο Λατινική δεν είναι). Οι Λατίνοι ονόμασαν το άγαλμα, statua από το Ελληνικό «ίστημι» που ήδη αναφέραμε, και το ονόμασαν έτσι επειδή στέκει ακίνητο. Προσέξτε την τεράστια διαφορά σε φιλοσοφία μεταξύ των δύο γλωσσών, αυτό που σημαίνει στα Ελληνικά κάτι τόσο βαθύ εννοιολογικά, για τους Λατίνους είναι απλά ένα ακίνητο πράγμα. Είναι προφανής η σχέση που έχει η γλώσσα με τη σκέψη του ανθρώπου. Όπως λέει και ο George Orwell στο αθάνατο έργο του «1984», απλή γλώσσα σημαίνει και απλή σκέψη. Εκεί το καθεστώς προσπαθούσε να περιορίσει την γλώσσα για να περιορίσει την σκέψη των ανθρώπων, καταργώντας συνεχώς λέξεις. «Η γλώσσα και οι κανόνες αυτής αναπτύσσουν την κρίση», έγραφε ο Μιχάι Εμινέσκου, εθνικός ποιητής των Ρουμάνων. Μια πολύπλοκη γλώσσα αποτελεί μαρτυρία ενός προηγμένου πνευματικά πολιτισμού. Το να μπορείς να μιλάς σωστά σημαίνει ότι ήδη είσαι σε θέση να σκέφτεσαι σωστά, να γεννάς διαρκώς λόγο και όχι να παπαγαλίζεις λέξεις και φράσεις. Η ΜΟΥΣΙΚΟΤΗΤΑ Η Ελληνική φωνή κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν «αυδή». Η λέξη αυτή δεν είναι τυχαία αφού προέρχεται από το ρήμα «άδω» που σημαίνει τραγουδώ. Όπως γράφει και ο μεγάλος ποιητής και ακαδημαϊκός Νικηφόρος Βρεττάκος: «Όταν κάποτε φύγω από τούτο το φώς θα ελιχθώ προς τα πάνω, όπως ένα ποταμάκι που μουρμουρίζει. Κι αν τυχόν κάπου ανάμεσα στους γαλάζιους διαδρόμους συναντήσω αγγέλους, θα τους μιλήσω Ελληνικά, επειδή δεν ξέρουνε γλώσσες. Μιλάνε Μεταξύ τους με μουσική». Ο γνωστός Γάλλος συγγραφεύς Ζακ Λακαρριέρ επίσης μας περιγράφει την κάτωθι εμπειρία από το ταξίδι του στην Ελλάδα:«Άκουγα αυτούς τους ανθρώπους να συζητούν σε μια γλώσσα που ήταν για μένα αρμονική αλλά και ακατάληπτα μουσική. Αυτό το ταξίδι προς την πατρίδα - μητέρα των εννοιών μας - μου απεκάλυπτε ένα άγνωστο πρόγονο, που μιλούσε μια γλώσσα τόσο μακρινή στο παρελθόν, μα οικεία και μόνο από τους ήχους της. Αισθάνθηκα να τα έχω χαμένα, όπως αν μου είχαν πει ένα βράδυ ότι ο αληθινός μου πατέρας ή η αληθινή μου μάνα δεν ήσαν αυτοί που με είχαν αναστήσει». Ο διάσημος Έλληνας και διεθνούς φήμης μουσικός Ιάνης Ξενάκης, είχε πολλές φορές τονίσει ότι η μουσικότητα της Ελληνικής είναι εφάμιλλη της συμπαντικής. Αλλά και ο Γίββων μίλησε για μουσικότατη και γονιμότατη γλώσσα, που δίνει κορμί στις φιλοσοφικές αφαιρέσεις και ψυχή στα αντικείμενα των αισθήσεων. Ας μην ξεχνάμε ότι οι Αρχαίοι Έλληνες δεν χρησιμοποιούσαν ξεχωριστά σύμβολα για νότες, χρησιμοποιούσαν τα ίδια τα γράμματα του αλφαβήτου. «Οι τόνοι της Ελληνικής γλώσσας είναι μουσικά σημεία που μαζί με τους κανόνες προφυλάττουν από την παραφωνία μια γλώσσα κατ' εξοχήν μουσική, όπως κάνει η αντίστιξη που διδάσκεται στα ωδεία, ή οι διέσεις και υφέσεις που διορθώνουν τις κακόηχες συγχορδίες», όπως σημειώνει η φιλόλογος και συγγραφεύς Α. Τζιροπούλου-Ευσταθίου. Είναι γνωστό εξάλλου πως όταν οι Ρωμαίοι πολίτες πρωτάκουσαν στην Ρώμη Έλληνες ρήτορες, συνέρρεαν να θαυμάσουν, ακόμη και όσοι δεν γνώριζαν Ελληνικά, τους ανθρώπους που «ελάλουν ώς αηδόνες». Δυστυχώς κάπου στην πορεία της Ελληνικής φυλής, η μουσικότητα αυτή (την οποία οι Ιταλοί κατάφεραν και κράτησαν) χάθηκε, προφανώς στα μαύρα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Να τονίσουμε εδώ ότι οι άνθρωποι της επαρχίας, του οποίους συχνά κοροϊδεύουμε για την προφορά τους, είναι πιο κοντά στην Αρχαιοελληνική προφορά από ό,τι εμείς οι άνθρωποι της πόλεως. Η Ελληνική γλώσσα επιβλήθηκε αβίαστα (στους Λατίνους) και χάρη στην μουσικότητά της. Όπως γράφει και ο Ρωμαίος Οράτιος «Η Ελληνική φυλή γεννήθηκε ευνοημένη με μία γλώσσα εύηχη, γεμάτη μουσικότητα».